pluvial$61801$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

pluvial$61801$ - translation to ελληνικό

LANDLOCKED BASIN (ENDORHEIC BASIN)
Pluvial Lake; Pluvial lakes
  • Ice Age pluvial lakes in the western [[United States]]
  • Pleistocene pluvial lakes and rivers of the Mojave Desert

pluvial      
adj. βροχής

Ορισμός

Pluvial
·noun A priest's cope.
II. Pluvial ·adj Produced by the action of rain.
III. Pluvial ·adj Of or pertaining to rain; rainy.

Βικιπαίδεια

Pluvial lake

A pluvial lake is a body of water that accumulated in a basin because of a greater moisture availability resulting from changes in temperature and/or precipitation. These intervals of greater moisture availability are not always contemporaneous with glacial periods. Pluvial lakes are typically closed lakes that occupied endorheic basins. Pluvial lakes that have since evaporated and dried out may also be referred to as paleolakes.